Anonymous

εἰδοποιέω: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εἰδοποιέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, φτιάχνω την [[εικόνα]] ενός πράγματος, [[απεικονίζω]], [[αποτυπώνω]], [[σχηματίζω]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''εἰδοποιέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, φτιάχνω την [[εικόνα]] ενός πράγματος, [[απεικονίζω]], [[αποτυπώνω]], [[σχηματίζω]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''εἰδοποιέω:''' изображать, описывать (τὸν βίον τινός Plut.).
}}
}}