Anonymous

συνωχαδόν: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνωχᾰδόν:''' επίρρ. ([[συνέχω]]), ποιητ. αντί [[συνοχηδόν]], λέγεται για χρόνο, [[συνεχώς]], αδιαλείπτως, διαρκώς, αδιάκοπα, σε Ησίοδ.
|lsmtext='''συνωχᾰδόν:''' επίρρ. ([[συνέχω]]), ποιητ. αντί [[συνοχηδόν]], λέγεται για χρόνο, [[συνεχώς]], αδιαλείπτως, διαρκώς, αδιάκοπα, σε Ησίοδ.
}}
{{elru
|elrutext='''συνωχᾰδόν:''' adv. [[συνέχω]] непрерывно, постоянно или тотчас же Hes.
}}
}}