Anonymous

προβόλιον: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προβόλιον:''' τό, υποκορ. του [[πρόβολος]] II, είδος [[δόρατος]] για [[κυνήγι]] βοοειδών, σε Ξεν.
|lsmtext='''προβόλιον:''' τό, υποκορ. του [[πρόβολος]] II, είδος [[δόρατος]] για [[κυνήγι]] βοοειδών, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''προβόλιον:''' τό [demin. к [[πρόβολος]] 4] охотничье копье, рогатина Xen.
}}
}}