Anonymous

ὀνείρειος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀνείρειος:''' -α, -ον ([[ὄνειρος]]), [[ονειρικός]], αυτός που ανήκει στη [[σφαίρα]] του ονείρου, <i>ἐν ὀνειρείῃσι πύλῃσι</i>, στις πύλες των ονείρων, σε βαθύ ύπνο, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ὀνείρειος:''' -α, -ον ([[ὄνειρος]]), [[ονειρικός]], αυτός που ανήκει στη [[σφαίρα]] του ονείρου, <i>ἐν ὀνειρείῃσι πύλῃσι</i>, στις πύλες των ονείρων, σε βαθύ ύπνο, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀνείρειος:''' ведущий в царство или из царства сновидений (πύλαι Hom.).
}}
}}