Anonymous

ψίαθος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ψίᾰθος:''' ή [[ψίεθος]], ἡ, [[σωρός]] από [[βούρλα]], σε Αριστοφ.· Δωρ. αιτ. πληθ. <i>ψιάθως</i>, στον ίδ. (άγν. προέλ.).
|lsmtext='''ψίᾰθος:''' ή [[ψίεθος]], ἡ, [[σωρός]] από [[βούρλα]], σε Αριστοφ.· Δωρ. αιτ. πληθ. <i>ψιάθως</i>, στον ίδ. (άγν. προέλ.).
}}
{{elru
|elrutext='''ψίᾰθος:''' ἡ тростниковая циновка, плетенка Arph., Arst.
}}
}}