Anonymous

Φοινικικός: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Φοινῑκικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> [[Φοινικικός]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· μερικές φορές για να δηλώσει [[αρχαιότητα]], σε Πλάτ.· [[έπειτα]], Καρχηδονιακός, λέγεται για να δηλώσει [[πανουργία]], σε Πολύβ.<br /><b class="num">II.</b> [[φοινικικός]] = [[φοινίκειος]]· μεταφ., <i>κακὰ φοινικικά</i>, «με [[βαθιά]] [[κακία]]», σε Αριστοφ.
|lsmtext='''Φοινῑκικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> [[Φοινικικός]], σε Ηρόδ. κ.λπ.· μερικές φορές για να δηλώσει [[αρχαιότητα]], σε Πλάτ.· [[έπειτα]], Καρχηδονιακός, λέγεται για να δηλώσει [[πανουργία]], σε Πολύβ.<br /><b class="num">II.</b> [[φοινικικός]] = [[φοινίκειος]]· μεταφ., <i>κακὰ φοινικικά</i>, «με [[βαθιά]] [[κακία]]», σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''Φοινῑκικός:''' финикийский (μέταλλα Her.; πόλεις Thuc.): μηδὲν καινὸν, ἀλλ᾽ Φοινικικόν τι погов. Plat. ничего нового, это старо как Финикия; Φοινικικὸν [[στρατήγημα]] Polyb. финикийская хитрость.
}}
}}