Anonymous

ἀπονέομαι: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπονέομαι:''' αποθ., [[απέρχομαι]], [[αποχωρώ]], [[αναχωρώ]], σε Όμηρ. <i>[ᾱ</i>, [[χάριν]] του μέτρου].
|lsmtext='''ἀπονέομαι:''' αποθ., [[απέρχομαι]], [[αποχωρώ]], [[αναχωρώ]], σε Όμηρ. <i>[ᾱ</i>, [[χάριν]] του μέτρου].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπονέομαι:''' <b class="num">I</b> уходить, отправляться или возвращаться Hom.<br /><b class="num">II</b> med. к [[ἀπονέω]].
}}
}}