3,274,216
edits
(2) |
(1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀγκῠλόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i> ([[ἀγκύλος]]), [[κάμπτω]], [[κυρτώνω]], [[λυγίζω]]· <i>τὴν χεῖρα</i> — Παθ., <i>ὄνυχας ἠγκυλωμένος</i>, αυτός που έχει αγκυλωτά νύχια, γαμψές οπλές, έτοιμες για [[μάχη]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''ἀγκῠλόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i> ([[ἀγκύλος]]), [[κάμπτω]], [[κυρτώνω]], [[λυγίζω]]· <i>τὴν χεῖρα</i> — Παθ., <i>ὄνυχας ἠγκυλωμένος</i>, αυτός που έχει αγκυλωτά νύχια, γαμψές οπλές, έτοιμες για [[μάχη]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀγκῠλόω:''' сгибать, загибать: ὄνυχας ἠγκυλωμένος Arph. с кривыми когтями. | |||
}} | }} |