Anonymous

ἀοίδιμος: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀοίδιμος:''' -ον ([[ἀοιδή]]), αυτός του οποίου το όνομα αποτελεί [[θέμα]] ωδής ή ραψωδίας, φημισμένος, αυτός του οποίου η [[φήμη]] έχει αποτυπωθεί στο [[τραγούδι]], σε Ηρόδ.· με αρνητική [[σημασία]], [[διαβόητος]], [[κακόφημος]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἀοίδιμος:''' -ον ([[ἀοιδή]]), αυτός του οποίου το όνομα αποτελεί [[θέμα]] ωδής ή ραψωδίας, φημισμένος, αυτός του οποίου η [[φήμη]] έχει αποτυπωθεί στο [[τραγούδι]], σε Ηρόδ.· με αρνητική [[σημασία]], [[διαβόητος]], [[κακόφημος]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀοίδιμος:''' <b class="num">1)</b> воспеваемый или воспетый, прославленный ([[νηός]] HH; [[Ἀθᾶναι]] Pind.; ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα Her.; πράξεις Plut.; [[ὅπλον]] Luc.);<br /><b class="num">2)</b> имеющий дурную славу, опозоренный: [[ὀπίσσω]] ἀνθρώποισι ἀ. Hom. опозоренный перед потомками.
}}
}}