3,273,773
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὁπηνίκᾰ:''' Δωρ. ὁπᾱνίκα,<br /><b class="num">I. 1.</b> επίρρ., συσχετικό προς το [[πηνίκα]], σε ποια χρονική [[στιγμή]], την ώρα κατά την οποία, τη [[μέρα]] κατά την οποία, σε Σοφ. κ.λπ.· [[ὁπηνίκα]] ἄν, σε οποιαδήποτε ώρα ή [[στιγμή]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> σε πλάγιες ερωτήσεις, ἣν ὥραν προσήκει [[ἰέναι]], καὶ [[ὁπηνίκα]] [[ἀπιέναι]], σε Αισχίν.· σε [[απάντηση]] ευθείας ερώτησης, πηνίκ' ἐστὶντῆς ἡμέρας; [[ὁπηνίκα]]; τι ώρα είναι; τι ώρα, με ρωτάς;, σε Αριστοφ.· με γεν., [[ὁπηνίκα]] τῆς ὥρας, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> με μτβ. [[σημασία]], υποθέτοντας ότι, [[ὁπηνίκα]] ἐφαίνετο [[ταῦτα]] πεποιηκώς, σε Δημ. | |lsmtext='''ὁπηνίκᾰ:''' Δωρ. ὁπᾱνίκα,<br /><b class="num">I. 1.</b> επίρρ., συσχετικό προς το [[πηνίκα]], σε ποια χρονική [[στιγμή]], την ώρα κατά την οποία, τη [[μέρα]] κατά την οποία, σε Σοφ. κ.λπ.· [[ὁπηνίκα]] ἄν, σε οποιαδήποτε ώρα ή [[στιγμή]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> σε πλάγιες ερωτήσεις, ἣν ὥραν προσήκει [[ἰέναι]], καὶ [[ὁπηνίκα]] [[ἀπιέναι]], σε Αισχίν.· σε [[απάντηση]] ευθείας ερώτησης, πηνίκ' ἐστὶντῆς ἡμέρας; [[ὁπηνίκα]]; τι ώρα είναι; τι ώρα, με ρωτάς;, σε Αριστοφ.· με γεν., [[ὁπηνίκα]] τῆς ὥρας, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> με μτβ. [[σημασία]], υποθέτοντας ότι, [[ὁπηνίκα]] ἐφαίνετο [[ταῦτα]] πεποιηκώς, σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὁπηνίκα:''' дор. [[ὁπανίκα|ὁπᾱνίκα]] (ῐ) adv. relat.<br /><b class="num">1)</b> когда, как только (ὁ. ἂν θεὸς πλοῦν εἴκῃ Soph.): ὁ. καὶ δοκοίη τῆς ὥρας Xen. когда будет сочтено нужным; πηνίκ᾽ ἐστὶν [[ἄρα]] τῆς ἡμέρας; - Ὁ.; Arph. сколько же это времени? - Сколько времени, (спрашиваешь)?;<br /><b class="num">2)</b> так как, поскольку (ὁ. ἐφαίνετο [[ταῦτα]] πεποιηκώς Dem.). | |||
}} | }} |