Anonymous

δυσραγής: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσρᾰγής:''' -ές ([[ῥήγνυμι]]), [[δύσκολος]] στο [[σπάσιμο]], [[άθραυστος]], σε Λουκ.
|lsmtext='''δυσρᾰγής:''' -ές ([[ῥήγνυμι]]), [[δύσκολος]] στο [[σπάσιμο]], [[άθραυστος]], σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσρᾰγής:''' с трудом разрывающийся, т. е. прочный (τὰ [[σκύτη]] τῷ ἐλαίῳ μαλαττόμενα Luc.).
}}
}}