3,276,932
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''χείρωμα:''' -ατος, τό,<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτό το οποίο κατακτάται, [[κατάκτηση]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> [[έργο]] βίας, [[επίθεση]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[εργασία]] που έγινε με τα χέρια, <i>τυμβοχόα χειρώματα</i>, λέγεται για [[χώμα]] που ρίχνεται πάνω στον τάφο, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''χείρωμα:''' -ατος, τό,<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτό το οποίο κατακτάται, [[κατάκτηση]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> [[έργο]] βίας, [[επίθεση]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> [[εργασία]] που έγινε με τα χέρια, <i>τυμβοχόα χειρώματα</i>, λέγεται για [[χώμα]] που ρίχνεται πάνω στον τάφο, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''χείρωμα:''' ατος τό<b class="num">1)</b> (собственноручное) действие: τυμβοχόα χειρώματα Aesch. возлияния на могилу; θανάσιμον χ. Soph. умерщвление, убийство;<br /><b class="num">2)</b> захваченное, добыча: εὐμαρὲς χ. Aesch. легкая добыча, т. е. беззащитная пленница. | |||
}} | }} |