Anonymous

πάγκαρπος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πάγκαρπος:''' -ον, αυτός που προέρχεται από όλα τα είδη καρπών, [[πλούσιος]] σε καρπούς, σε Πίνδ.
|lsmtext='''πάγκαρπος:''' -ον, αυτός που προέρχεται από όλα τα είδη καρπών, [[πλούσιος]] σε καρπούς, σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''πάγκαρπος:''' <b class="num">1)</b> изобилующий всякими плодами ([[χθών]] Pind.);<br /><b class="num">2)</b> сплошь покрытый плодами ([[δάφνη]] Soph.);<br /><b class="num">3)</b> состоящий из всяких плодов (θύματα Soph.): π. [[γονή]] Plat. урожай всевозможных плодов;<br /><b class="num">4)</b> словно состоящий из всевозможных плодов ([[ἀοιδή]] Anth.).
}}
}}