Anonymous

προσπέμπω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσπέμπω:''' μέλ. <i>-ψω</i>, [[στέλνω]], [[ιδίως]] λέγεται για αγγελιαφόρους ή πρέσβεις, σε Αριστοφ., Θουκ.· [[προσπέμπω]] τινά τινι, [[στέλνω]] ή [[οδηγώ]] ένα [[πρόσωπο]] προς ένα [[άλλο]], σε Σοφ., Θουκ.· [[απλώς]], [[προσπέμπω]] τινί, [[στέλνω]] σε κάποιον (ενν. <i>ἄγγελον</i>), σε Θουκ. κ.λπ.· επίσης, [[προσπέμπω]] λόγους ἔς τινας, στον ίδ.· απόλ., σε Ηρόδ., Θουκ.
|lsmtext='''προσπέμπω:''' μέλ. <i>-ψω</i>, [[στέλνω]], [[ιδίως]] λέγεται για αγγελιαφόρους ή πρέσβεις, σε Αριστοφ., Θουκ.· [[προσπέμπω]] τινά τινι, [[στέλνω]] ή [[οδηγώ]] ένα [[πρόσωπο]] προς ένα [[άλλο]], σε Σοφ., Θουκ.· [[απλώς]], [[προσπέμπω]] τινί, [[στέλνω]] σε κάποιον (ενν. <i>ἄγγελον</i>), σε Θουκ. κ.λπ.· επίσης, [[προσπέμπω]] λόγους ἔς τινας, στον ίδ.· απόλ., σε Ηρόδ., Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''προσπέμπω:''' посылать (κήρυκα Thuc.; τινά τινι Soph.; λόγους ἔς τινας Thuc.).
}}
}}