Anonymous

τροπαῖος: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τροπαῖος:''' -α, -ον,<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που ανήκει στην [[ήττα]] ([[τροπή]]II), <i>ἐχθρῶν θύειν τροπαῖα</i> (ενν. [[ἱερά]]), [[θυσία]] για την [[ήττα]] των εχθρών, σε Ευρ.· <i>ΖεὺςΤροπαῖος</i>, αυτός που δίνει την [[νίκη]], σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που προξενεί την [[ήττα]], <i>Ἕκτορος ὄμμασι τροπαῖοι</i>, δηλ. φοβεροί στα μάτια του Έκτορα, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> όπως το [[ἀποτρόπαιος]], αυτός που αποτρέπει [[κάτι]], που το απομακρύνει, Λατ. averruncus, [[Ζεύς]], σε Σοφ.
|lsmtext='''τροπαῖος:''' -α, -ον,<br /><b class="num">I. 1.</b> αυτός που ανήκει στην [[ήττα]] ([[τροπή]]II), <i>ἐχθρῶν θύειν τροπαῖα</i> (ενν. [[ἱερά]]), [[θυσία]] για την [[ήττα]] των εχθρών, σε Ευρ.· <i>ΖεὺςΤροπαῖος</i>, αυτός που δίνει την [[νίκη]], σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που προξενεί την [[ήττα]], <i>Ἕκτορος ὄμμασι τροπαῖοι</i>, δηλ. φοβεροί στα μάτια του Έκτορα, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> όπως το [[ἀποτρόπαιος]], αυτός που αποτρέπει [[κάτι]], που το απομακρύνει, Λατ. averruncus, [[Ζεύς]], σε Σοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=τροπαῖος -α -ον [τρέπω] adj. een wending teweegbrengend, vlucht teweegbrengend:; Ζεὺς τροπαῖος Zeus die op de vlucht doet slaan Soph. Ant. 143; τροπαῖά τ ’ ἐχθρῶν καὶ πόλει σωτήρια (offers) om de vijand op de vlucht te doen slaan en de stad te redden Eur. Hcld. 402; ook het kwaad afwerend (= ἀποτροπαῖος ):. ὦ Ζεῦ τροπαῖε o Zeus, die het kwaad afweert Soph. Tr. 303. subst. ἡ τροπαία omslag, ommekeer:. τροπαία λήματος verandering van inzicht Aeschl. Sept. 706; τροπαία κακῶν omslag in de ellende Aeschl. Ch. 775. τὸ τροπαῖον, τρόπαιον trofee, zegeteken, gedenkteken (van het op de vlucht laten slaan v. d. vijand):; τροπαῖον πῶς ἀναστήσεις Διί; hoe zult u een zegeteken voor Zeus oprichten? Eur. Phoen. 572; met gen.:; τροπαῖον τῆς τροπῆς een gedenkteken van de overwinning Thuc. 2.92.5; met prep.:; στῆσαι τροπαῖα κατὰ τῶν πολεμίων gedenktekens voor de overwinning op de vijand Lys. 18.3; overdr.: κοὐδεὶς τροπαῖ ’ ἔστησε τῶν ἐμῶν χερῶν en niemand heeft een trofee opgericht omdat hij mijn handen heeft overwonnen Soph. Tr. 1102; τροπαῖον ἂν στήσαιτο τῶν ταύτης τρόπων (alleen een god) zou een overwinning kunnen behalen op haar (van Penia) manier van doen Aristoph. Pl. 453.
}}
}}