3,271,364
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πολυηχής:''' -ές ([[ἦχος]]), [[πολυτονικός]], που έχει πολλούς ήχους, λέγεται για τη [[φωνή]] του αηδονιού, σε Ομήρ. Οδ.· αυτός που ηχεί [[πολύ]] ή [[δυνατά]], σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''πολυηχής:''' -ές ([[ἦχος]]), [[πολυτονικός]], που έχει πολλούς ήχους, λέγεται για τη [[φωνή]] του αηδονιού, σε Ομήρ. Οδ.· αυτός που ηχεί [[πολύ]] ή [[δυνατά]], σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πολυηχής -ές [πολύς, ἦχος] klankrijk:. χέει πολυηχέα φωνήν (de vogel) laat een klankrijke stem horen Od. 19.521. luid:. ἐν αἰγιαλῷ πολυηχέι op een kust met dreunende branding Il. 4.422. | |||
}} | }} |