Anonymous

συσσιτέω: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συσσῑτέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, σιτίζομαι, τρέφομαι από κοινού, [[συντρώγω]], [[συνδιαιτώμαι]], <i>τινί</i>, σε Αριστοφ.· απόλ., στον πληθ., τρέφομαι από κοινού, σε Πλάτ., Δημ.
|lsmtext='''συσσῑτέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, σιτίζομαι, τρέφομαι από κοινού, [[συντρώγω]], [[συνδιαιτώμαι]], <i>τινί</i>, σε Αριστοφ.· απόλ., στον πληθ., τρέφομαι από κοινού, σε Πλάτ., Δημ.
}}
{{elnl
|elnltext=συσσῑτέω Att. ook ξυσσῑτέω [σύσσιτος] milit. gezamenlijk de maaltijd gebruiken.
}}
}}