Anonymous

πεδινός: Difference between revisions

From LSJ
nl
(5)
(nl)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πεδῐνός:''' -ή, -όν ([[πεδίον]]),<br /><b class="num">I.</b> [[επίπεδος]], [[ισόπεδος]], σε Ηρόδ.· συγκρ. <i>πεδινώτερος</i>, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που ανήκει ή βρίσκεται πάνω σε [[πεδιάδα]], σε Ξεν.
|lsmtext='''πεδῐνός:''' -ή, -όν ([[πεδίον]]),<br /><b class="num">I.</b> [[επίπεδος]], [[ισόπεδος]], σε Ηρόδ.· συγκρ. <i>πεδινώτερος</i>, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που ανήκει ή βρίσκεται πάνω σε [[πεδιάδα]], σε Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=πεδινός -ή -όν [πεδίον] vlak.
}}
}}