3,277,306
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συμφράζομαι:''' μέλ. <i>-άσομαι</i>, Επικ. <i>-άσσομαι</i>· παρακ. <i>-πέφρασμαι</i>·<br /><b class="num">I. 1.</b> Μέσ., [[σκέφτομαι]] κατά [[μόνας]], [[συλλογίζομαι]], με δοτ., σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">2.</b> τίς [[συμφράσσατο]] βουλάς; [[ποιος]] μοιράστηκε τις σκέψεις του μαζί [[σου]]; [[ποιος]] σε συμβουλεύτηκε; στο ίδ.<br /><b class="num">3.</b> [[επινοώ]], [[εφευρίσκω]], [[κατεργάζομαι]], σε Ησίοδ., Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., [[συμφράζω]], [[αναφέρω]], [[μνημονεύω]] συγχρόνως, σε Στράβ. | |lsmtext='''συμφράζομαι:''' μέλ. <i>-άσομαι</i>, Επικ. <i>-άσσομαι</i>· παρακ. <i>-πέφρασμαι</i>·<br /><b class="num">I. 1.</b> Μέσ., [[σκέφτομαι]] κατά [[μόνας]], [[συλλογίζομαι]], με δοτ., σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">2.</b> τίς [[συμφράσσατο]] βουλάς; [[ποιος]] μοιράστηκε τις σκέψεις του μαζί [[σου]]; [[ποιος]] σε συμβουλεύτηκε; στο ίδ.<br /><b class="num">3.</b> [[επινοώ]], [[εφευρίσκω]], [[κατεργάζομαι]], σε Ησίοδ., Σοφ.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., [[συμφράζω]], [[αναφέρω]], [[μνημονεύω]] συγχρόνως, σε Στράβ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συμ-φράζομαι, Att. ξυμφράζομαι overleggen (met), beraadslagen (met); abs.; met dat.; met dat. en acc. v. h. inw. obj.. τίς... τοι... θεῶν συμφράσσατο βουλάς; wie van de goden heeft plannen met u gemaakt? Od. 4.462. bedenken, met acc.. μῆτιν een plan Hes. Th. 471; νόσων … φυγὰς ξυμπέφρασται hij heeft manieren bedacht om te ontsnappen aan ziektes Soph. Ant. 364. | |||
}} | }} |