3,277,243
edits
(5) |
(nl) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''καθόλου:''' ([[ὅλος]]), ως επίρρ., εν γένει, γενικά, αντί <i>καθ' ὅλου</i>, σε Αριστ. κ.λπ.· οὐ [[καθόλου]], [[ουδόλως]], [[καθόλου]], σε Δημ. | |lsmtext='''καθόλου:''' ([[ὅλος]]), ως επίρρ., εν γένει, γενικά, αντί <i>καθ' ὅλου</i>, σε Αριστ. κ.λπ.· οὐ [[καθόλου]], [[ουδόλως]], [[καθόλου]], σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=καθόλου, ook καθ’ ὅλου, adv. in het algemeen:; οἱ καθόλου λόγοι algemene beweringen Aristot. EN 1107a30; τοῦτο δ ’ ἄρ ’ ἐστι καθόλου μᾶλλον dat is natuurlijk een te algemene term Aristot. Pol. 1265a31; filos. algemeen, universeel; subst.: τὸ καθόλου het algemene. helemaal, volledig:. τὸ καθόλου μή φθέγγεσθαι absoluut niet spreken NT Act. Ap. 4.18. | |||
}} | }} |