3,274,916
edits
(8) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (AM [[γυναικισμός]]) [[γυναικίζω]]<br />[[συμπεριφορά]] που ταιριάζει σε [[γυναίκα]]<br /><b>αρχ.</b><br />η [[αδυναμία]] του γυναικείου φύλου σε [[σύγκριση]] ή [[σχέση]] με το ανδρικό. | |mltxt=ο (AM [[γυναικισμός]]) [[γυναικίζω]]<br />[[συμπεριφορά]] που ταιριάζει σε [[γυναίκα]]<br /><b>αρχ.</b><br />η [[αδυναμία]] του γυναικείου φύλου σε [[σύγκριση]] ή [[σχέση]] με το ανδρικό. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=γυναικισμός -οῦ, ὁ [γυνή] vrouwelijke zwakheid. | |||
}} | }} |