3,276,318
edits
(5) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''καταχαίρω:''' [[περιφρονώ]], [[υποτιμώ]], [[περιγελώ]], [[καταχαίρομαι]] περιφρονητικά προς άλλον, με δοτ., σε Ηρόδ.· απόλ., <i>καταχαίρων</i>, με χαιρέκακη [[διάθεση]], στον ίδ. | |lsmtext='''καταχαίρω:''' [[περιφρονώ]], [[υποτιμώ]], [[περιγελώ]], [[καταχαίρομαι]] περιφρονητικά προς άλλον, με δοτ., σε Ηρόδ.· απόλ., <i>καταχαίρων</i>, με χαιρέκακη [[διάθεση]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''καταχαίρω:''' злорадно насмехаться, злорадствовать (ἐπί τινι, κ. καὶ κατακερτομεῖν Her.). | |||
}} | }} |