3,256,975
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τηνίκα:''' [ῐ], Δωρ. τᾱνίκα, επίρρ. ([[τῆνος]]), συσχ. του αναφορ. [[ἡνίκα]],<br /><b class="num">1.</b> σε εκείνον τον χρόνο, [[τότε]]· επίσης, με το [[άρθρο]] ([[συχνά]] γραφόμενο [[τοτηνίκα]]), σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> απόλ., [[εκείνη]] την ώρα (της ημέρας), σε Θεόκρ. | |lsmtext='''τηνίκα:''' [ῐ], Δωρ. τᾱνίκα, επίρρ. ([[τῆνος]]), συσχ. του αναφορ. [[ἡνίκα]],<br /><b class="num">1.</b> σε εκείνον τον χρόνο, [[τότε]]· επίσης, με το [[άρθρο]] ([[συχνά]] γραφόμενο [[τοτηνίκα]]), σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> απόλ., [[εκείνη]] την ώρα (της ημέρας), σε Θεόκρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τηνίκᾰ:''' дор. [[τανίκα|τᾱνίκα]] (ῐ) (τό) adv. тогда, в (э)то время Soph., Theocr. | |||
}} | }} |