Anonymous

ἀφορισμός: Difference between revisions

From LSJ
1b
(7)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[ἀφορισμός]])<br /><b>1.</b> [[αξίωμα]], [[ορισμός]] [[σύντομος]] και [[ακριβής]]<br /><b>2.</b> εκκλησιαστική [[ποινή]] που σημαίνει την πρόσκαιρη ή ισόβια [[αποκοπή]] κάποιου πιστού από το [[σώμα]] της Εκκλησίας<br /><b>αρχ.</b><br />[[διάκριση]], [[ορισμός]].
|mltxt=ο (AM [[ἀφορισμός]])<br /><b>1.</b> [[αξίωμα]], [[ορισμός]] [[σύντομος]] και [[ακριβής]]<br /><b>2.</b> εκκλησιαστική [[ποινή]] που σημαίνει την πρόσκαιρη ή ισόβια [[αποκοπή]] κάποιου πιστού από το [[σώμα]] της Εκκλησίας<br /><b>αρχ.</b><br />[[διάκριση]], [[ορισμός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀφορισμός:''' ὁ лог. определение Arst.
}}
}}