3,252,792
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 36: | Line 36: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σκῐά:''' -ᾶς, Ιων. [[σκιή]], <i>-ῆς</i>, <i>ἡ</i>,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[σκιά]], ίσκιος, σε Ομήρ. Οδ.· <i>σκιὰἀντίστοιχος ὥς</i>, σαν τη [[σκιά]], που είναι αχώριστη [[σύντροφος]] του ανθρώπου, σε Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> ίσκιος κάποιου που έχει πεθάνει, το φάντασμά του, σε Αισχύλ.· σε παροιμίες για τη θνητή [[φύση]] του ανθρώπου, σκιᾶςὄναρ [[ἄνθρωπος]], σε Πίνδ.· [[εἴδωλον]] σκιᾶς, σε Αισχύλ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> ίσκιος, [[σκιά]] των δέντρων κ.λπ.· πετραίη [[σκιή]], [[σκιά]] του βράχου, σε Ησίοδ.· <i>ἐν σκιῇ</i>, στον ίδ.· <i>ὑπὸ σκιῇ</i>, σε Ηρόδ.· <i>ὑπὸ σκιᾶς</i>, σε Ευρ.· σκιὰν Σειρίου [[κυνός]], [[σκιά]] από τη θερμότητά του, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''σκῐά:''' -ᾶς, Ιων. [[σκιή]], <i>-ῆς</i>, <i>ἡ</i>,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[σκιά]], ίσκιος, σε Ομήρ. Οδ.· <i>σκιὰἀντίστοιχος ὥς</i>, σαν τη [[σκιά]], που είναι αχώριστη [[σύντροφος]] του ανθρώπου, σε Ευρ.<br /><b class="num">2.</b> ίσκιος κάποιου που έχει πεθάνει, το φάντασμά του, σε Αισχύλ.· σε παροιμίες για τη θνητή [[φύση]] του ανθρώπου, σκιᾶςὄναρ [[ἄνθρωπος]], σε Πίνδ.· [[εἴδωλον]] σκιᾶς, σε Αισχύλ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> ίσκιος, [[σκιά]] των δέντρων κ.λπ.· πετραίη [[σκιή]], [[σκιά]] του βράχου, σε Ησίοδ.· <i>ἐν σκιῇ</i>, στον ίδ.· <i>ὑπὸ σκιῇ</i>, σε Ηρόδ.· <i>ὑπὸ σκιᾶς</i>, σε Ευρ.· σκιὰν Σειρίου [[κυνός]], [[σκιά]] από τη θερμότητά του, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σκῐά -ας, ἡ Ion. σκιή schaduw (waar geen zon is):; ἐν σκιῇ in de schaduw Hes. Op. 593; schaduw (van iets of iemand):; δεδιὼς τὴν σαυτοῦ σκιάν bang voor uw eigen schaduw Plat. Phaed. 101d; overdr.:; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος de mens is het droombeeld van een schaduw Pind. P. 8.95; spreekw.. ὄνου σκιά de schaduw van een ezel (iets onbenulligs) Plat. Phaedr. 260c. schim:. σκιῇ εἴκελον... ἔπτατ ( ο ) zij vloog weg als iets dat leek op een schim Od. 11.207; πότνιά τ ' Οἰδίπου σκιά de machtige schim van Oedipus Aeschl. Sept. 976. | |||
}} | }} |