Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κρηνιάς: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρηνιάς:''' -[[άδος]], ἡ, θηλ. του [[κρηναῖος]], σε Αισχύλ.· Δωρ. Κρᾱνιάδες, οι Κρηνίδες Νύμφες, σε Θεόκρ.· ομοίως <i>Κρᾱνίδες</i>, σε Μόσχ.
|lsmtext='''κρηνιάς:''' -[[άδος]], ἡ, θηλ. του [[κρηναῖος]], σε Αισχύλ.· Δωρ. Κρᾱνιάδες, οι Κρηνίδες Νύμφες, σε Θεόκρ.· ομοίως <i>Κρᾱνίδες</i>, σε Μόσχ.
}}
{{elru
|elrutext='''κρηνιάς:''' άδος (ᾰδ) ἡ ключ, источник Anth.<br />άδος adj. f живущий в источнике (Νύμφαι Aesch.).
}}
}}