3,274,919
edits
(10) |
(nl) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δύσφραστος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που δύσκολα εκφράζεται ή ερμηνεύεται, [[μυστηριώδης]] («τρόπον τινὰ δύσφραστον»)<br /><b>2.</b> [[δύσκολος]]<br /><b>3.</b> αυτός που μιλά με [[δυσκολία]]. | |mltxt=[[δύσφραστος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που δύσκολα εκφράζεται ή ερμηνεύεται, [[μυστηριώδης]] («τρόπον τινὰ δύσφραστον»)<br /><b>2.</b> [[δύσκολος]]<br /><b>3.</b> αυτός που μιλά με [[δυσκολία]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=δύσφραστος -ον [δυσ-, φράζω] moeilijk te beschrijven. | |||
}} | }} |