3,274,873
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''φᾰγεῖν:''' απαρ. του [[ἔφαγον]], [[χωρίς]] ενεστ. σε [[χρήση]], χρησιμ. ως αόρ. βʹ του [[ἐσθίω]].<br /><b class="num">I. 1.</b> [[τρώω]], [[καταβροχθίζω]], φαγέμεν καὶ [[πιέμεν]], σε Ομήρ. Οδ.· [[φαγεῖν]] τε καὶ [[πιεῖν]], σε Αριστοφ. κ.λπ.· με γεν., [[τρώω]] [[μέρος]] από κάποιο [[πράγμα]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">2.</b> [[τρώω]], [[καταβροχθίζω]], [[σπαταλώ]], στο ίδ.<br /><b class="num">II.</b> στην Κ.Δ. εμφανίζεται [[ένας]] μέλ. [[φάγομαι]], βʹ ενικ. <i>φάγεσαι</i>. | |lsmtext='''φᾰγεῖν:''' απαρ. του [[ἔφαγον]], [[χωρίς]] ενεστ. σε [[χρήση]], χρησιμ. ως αόρ. βʹ του [[ἐσθίω]].<br /><b class="num">I. 1.</b> [[τρώω]], [[καταβροχθίζω]], φαγέμεν καὶ [[πιέμεν]], σε Ομήρ. Οδ.· [[φαγεῖν]] τε καὶ [[πιεῖν]], σε Αριστοφ. κ.λπ.· με γεν., [[τρώω]] [[μέρος]] από κάποιο [[πράγμα]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">2.</b> [[τρώω]], [[καταβροχθίζω]], [[σπαταλώ]], στο ίδ.<br /><b class="num">II.</b> στην Κ.Δ. εμφανίζεται [[ένας]] μέλ. [[φάγομαι]], βʹ ενικ. <i>φάγεσαι</i>. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''φᾰγεῖν:''' ион. [[φαγέειν|φᾰγέειν]] inf. aor. 2 к [[ἐσθίω]], поздн. [[φάγομαι]]. | |||
}} | }} |