3,274,915
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ζείδωρος:''' -ον ([[δῶρον]]), αυτός που παρέχει «[[ζειά]]» δηλ. [[σιτηρά]] με την ευρεία [[έννοια]]· ως επίθ. της γης· [[ζείδωρος]] [[ἄρουρα]], γη που είναι παραγωγική σε [[σιτηρά]], σε Όμηρ. | |lsmtext='''ζείδωρος:''' -ον ([[δῶρον]]), αυτός που παρέχει «[[ζειά]]» δηλ. [[σιτηρά]] με την ευρεία [[έννοια]]· ως επίθ. της γης· [[ζείδωρος]] [[ἄρουρα]], γη που είναι παραγωγική σε [[σιτηρά]], σε Όμηρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ζείδωρος:''' [[ζάω]] дарующий жизнь, жизнетворный ([[Ἀφροδίτη]] Emped. ap. Plut.).<br />[[ζειά]] дающий полбу, т. е. хлебородный ([[ἄρουρα]] Hom., Hes.; [[ὀπώρα]] Anth.). | |||
}} | }} |