Anonymous

δίνη: Difference between revisions

From LSJ
675 bytes added ,  31 December 2018
1b
(4)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δίνη:''' [ῑ], ἡ,<br /><b class="num">1.</b> κυκλική [[περιστροφή]], [[στρόβιλος]], [[υδατοστρόβιλος]], Λατ. [[vortex]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[ανεμοστρόβιλος]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">3.</b> γενικά, [[περιστροφή]], [[στροβιλισμός]], [[περιδίνηση]], στον ίδ., σε Πλάτ.· μεταφ., <i>ἀνάγκης δίναι</i>, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''δίνη:''' [ῑ], ἡ,<br /><b class="num">1.</b> κυκλική [[περιστροφή]], [[στρόβιλος]], [[υδατοστρόβιλος]], Λατ. [[vortex]], σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> [[ανεμοστρόβιλος]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">3.</b> γενικά, [[περιστροφή]], [[στροβιλισμός]], [[περιδίνηση]], στον ίδ., σε Πλάτ.· μεταφ., <i>ἀνάγκης δίναι</i>, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''δίνη:''' дор. [[δίνα]] (ῑ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> кружение, вращение (ἀνεμώκεις δῖναι Arph.; ἀτράκτου Plat.; πνεύματος Arst.): ἀνάγκης στερραὶ δῖναι Aesch. жестокие превратности судьбы;<br /><b class="num">2)</b> преимущ. pl. водоворот, пучина Hom., Hes., Her., Eur., Plat., Arst.;<br /><b class="num">3)</b> вихрь, смерч Eur., Plat., Plut.: τελεσφόροις δύναις κυκλούμενον [[κέαρ]] Aesch. сердце, волнуемое роковыми предчувствиями.
}}
}}