Anonymous

ἐλευθερία: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 39: Line 39:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐλευθερία:''' Ιων. -ίη, ἡ ([[ἐλεύθερος]]),·<br /><b class="num">1.</b> [[ανεξαρτησία]], [[ελευθερία]], σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· δι' ἐλευθερίας [[μόλις]] ἐξῆλθες, δηλ. [[μόλις]] ἐλευθερώθης, σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> [[ανεξαρτησία]], [[απελευθέρωση]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἐλευθερία:''' Ιων. -ίη, ἡ ([[ἐλεύθερος]]),·<br /><b class="num">1.</b> [[ανεξαρτησία]], [[ελευθερία]], σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· δι' ἐλευθερίας [[μόλις]] ἐξῆλθες, δηλ. [[μόλις]] ἐλευθερώθης, σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> [[ανεξαρτησία]], [[απελευθέρωση]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐλευθερία:''' ион. [[ἐλευθερίη]] ἡ<br /><b class="num">1)</b> свобода, свободное состояние ([[ὑπόθεσις]] τῆς δημοκρατικῆς πολιτείας ἐ., sc. ἐστίν Arst.);<br /><b class="num">2)</b> независимость (τινός и [[ἀπό]] τινος Plat.);<br /><b class="num">3)</b> вольность, разнузданность ([[ἀκολασία]] καὶ ἐ. Plat.).
}}
}}