3,277,637
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''βᾰθύκρημνος:''' -ον, αυτός που έχει ψηλούς και απότομους γκρεμούς· <i>ἅλς</i>, σε Πίνδ.· <i>βαθύκρημνοι ἀκταί</i>, υψηλές και απόκρημνες ακτές, στον ίδ. | |lsmtext='''βᾰθύκρημνος:''' -ον, αυτός που έχει ψηλούς και απότομους γκρεμούς· <i>ἅλς</i>, σε Πίνδ.· <i>βαθύκρημνοι ἀκταί</i>, υψηλές και απόκρημνες ακτές, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''βαθύκρημνος:''' <b class="num">1)</b> утесистый, обрывистый (ἀκταί Pind.);<br /><b class="num">2)</b> с крутыми берегами (ἅλς Pind.). | |||
}} | }} |