Anonymous

κροκώδης: Difference between revisions

From LSJ
nl
(22)
(nl)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[κροκώδης]], -ῶδες (AM) [[κρόκος]]<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] του κρόκου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που περιέχει κρόκο<br /><b>2.</b> [[είδος]] κολλυρίου.———————— <b>(II)</b><br />[[κροκώδης]], -ῶδες (Α)<br />αυτός που μοιάζει με [[κρόκη]], με [[υφάδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρόκη]] (Ι) «[[κλωστή]]»].
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[κροκώδης]], -ῶδες (AM) [[κρόκος]]<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] του κρόκου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που περιέχει κρόκο<br /><b>2.</b> [[είδος]] κολλυρίου.———————— <b>(II)</b><br />[[κροκώδης]], -ῶδες (Α)<br />αυτός που μοιάζει με [[κρόκη]], με [[υφάδι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κρόκη]] (Ι) «[[κλωστή]]»].
}}
{{elnl
|elnltext=κροκώδης -ες [κρόκη] als de inslag bij het weven.
}}
}}