Anonymous

ἄγγελος: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 36: Line 36:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄγγελος:''' ὁ, ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[αγγελιαφόρος]], [[απεσταλμένος]], σε Όμηρ., Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, αυτός που ανακοινώνει, σηματοδοτεί, λέγεται για τα πουλιά της οιωνοσκοπίας, σε Ομήρ. Ιλ.· Μουσῶν [[ἄγγελος]], λέγεται για έναν ποιητή, σε Θέογν.· Διὸς [[ἄγγελος]], λέγεται για το [[αηδόνι]], σε Σοφ.· με γεν. πράγμ., [[ἄγγελος]] κακῶν ἐμῶν, στον ίδ.<br /><b class="num">3.</b> [[θεϊκός]] [[απεσταλμένος]], [[άγγελος]] ([[πνεύμα]]), σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἄγγελος:''' ὁ, ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[αγγελιαφόρος]], [[απεσταλμένος]], σε Όμηρ., Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, αυτός που ανακοινώνει, σηματοδοτεί, λέγεται για τα πουλιά της οιωνοσκοπίας, σε Ομήρ. Ιλ.· Μουσῶν [[ἄγγελος]], λέγεται για έναν ποιητή, σε Θέογν.· Διὸς [[ἄγγελος]], λέγεται για το [[αηδόνι]], σε Σοφ.· με γεν. πράγμ., [[ἄγγελος]] κακῶν ἐμῶν, στον ίδ.<br /><b class="num">3.</b> [[θεϊκός]] [[απεσταλμένος]], [[άγγελος]] ([[πνεύμα]]), σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἄγγελος:''' ὁ и ἡ<br /><b class="num">1)</b> вестник, посланец, гонец Hom., Her., Trag.: ἄ. τινος Soph. вестник чей-л. или чего-л.; λευκαὶ ἔθειραι, συνετῆς ἄγγελοι ἡλικίης Anth. седые волосы, вестники сознательного возраста;<br /><b class="num">2)</b> весть, известие, сообщение Polyb.;<br /><b class="num">3)</b> ангел NT.
}}
}}