Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀγανακτητός: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀγανακτητός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ. του [[ἀγανακτέω]], [[ενοχλητικός]], [[ερεθιστικός]], [[εκνευριστικός]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἀγανακτητός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ. του [[ἀγανακτέω]], [[ενοχλητικός]], [[ερεθιστικός]], [[εκνευριστικός]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀγᾰνακτητός:''' досадный, неприятный, вызывающий негодование, возмутительный Plat.
}}
}}