Anonymous

ἄθυτος: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄθῠτος:''' -ον ([[θύω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν θυσιάστηκε, δηλ. αυτός που έχει παραμεληθεί ώστε να μη θυσιαστεί· <i>ἱερὰ ἄθυτα</i>, Λατ. [[sacra]] inauspicata, τα μη [[γενόμενα]] δεκτά, σε Αισχίν.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που δεν προσφέρει θυσίες· [[ἄθυτος]] [[ἀπελθεῖν]], σε Ξεν.
|lsmtext='''ἄθῠτος:''' -ον ([[θύω]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που δεν θυσιάστηκε, δηλ. αυτός που έχει παραμεληθεί ώστε να μη θυσιαστεί· <i>ἱερὰ ἄθυτα</i>, Λατ. [[sacra]] inauspicata, τα μη [[γενόμενα]] δεκτά, σε Αισχίν.<br /><b class="num">II.</b> Ενεργ., αυτός που δεν προσφέρει θυσίες· [[ἄθυτος]] [[ἀπελθεῖν]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄθῠτος:''' <b class="num">1)</b> не принесенный в виде жертвы (πέλανοι Eur.): ἱερὰ ἄθυτα Lys. несовершенные жертвоприношения (ср. 2);<br /><b class="num">2)</b> отвергнутый в качестве жертвы, не принятый богами ([[ἱερά]] Aeschin.);<br /><b class="num">3)</b> неосвященный жертвоприношениями, т. е. незаконный (σπέρματα παλλακῶν Plat.);<br /><b class="num">4)</b> не совершивший жертвоприношения: ἄ. ἀπῆλθεν Xen. (Агид) вернулся, не совершив жертвоприношения;<br /><b class="num">5)</b> непригодный для жертвоприношения ([[βοῦς]] Plut.).
}}
}}