Anonymous

ἀμφιτρέμω: Difference between revisions

From LSJ
1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφιτρέμω:''' [[τρέμω]] γύρω από κάποιον, σε [[τμήση]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἀμφιτρέμω:''' [[τρέμω]] γύρω από κάποιον, σε [[τμήση]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμφιτρέμω:''' (кругом) дрожать, трепетать Hom. - in tmesi.
}}
}}