Anonymous

ἀμαλακιστία: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀμαλακιστία]], η (Α) [[ἀμαλάκιστος]]<br />το να μην [[είναι]] [[κάτι]] μαλακό ή να μην μπορεί να μαλακώσει, [[σκληράδα]], [[σκληρότητα]].
|mltxt=[[ἀμαλακιστία]], η (Α) [[ἀμαλάκιστος]]<br />το να μην [[είναι]] [[κάτι]] μαλακό ή να μην μπορεί να μαλακώσει, [[σκληράδα]], [[σκληρότητα]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμᾰλᾰκιστία:''' ἡ досл. несмягчаемость, перен. неутомимость, неослабевающая сила Diod.
}}
}}