Anonymous

ἀνεόρταστος: Difference between revisions

From LSJ
1
(4)
(1)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνεόρταστος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που δεν γιορτάστηκε, για τον οποίο δεν έγινε [[γιορτή]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[χωρίς]] γιορτές ή εορταστικές απολαύσεις («[[βίος]] [[ἀνεόρταστος]]»).
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνεόρταστος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που δεν γιορτάστηκε, για τον οποίο δεν έγινε [[γιορτή]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[χωρίς]] γιορτές ή εορταστικές απολαύσεις («[[βίος]] [[ἀνεόρταστος]]»).
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνεόρταστος:''' не сопровождаемый празднествами ([[βίος]] Democr.; [[ἄθεος]] καὶ ἀ. Plut.).
}}
}}