Anonymous

ἀνένδεκτος: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνένδεκτος:''' -ον ([[ἐνδέχομαι]]), [[ανέφικτος]], [[ακατόρθωτος]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἀνένδεκτος:''' -ον ([[ἐνδέχομαι]]), [[ανέφικτος]], [[ακατόρθωτος]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνένδεκτος:''' невозможный NT.
}}
}}