Anonymous

ἀνοήμων: Difference between revisions

From LSJ
1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνοήμων:''' -ον ([[νοέω]]), ο [[χωρίς]] [[νόηση]], αυτός που δεν έχει [[αντίληψη]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ἀνοήμων:''' -ον ([[νοέω]]), ο [[χωρίς]] [[νόηση]], αυτός που δεν έχει [[αντίληψη]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνοήμων:''' 2, gen. ονος неразумный, безрассудный Hom.
}}
}}