3,243,884
edits
(3) |
(1) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀπολῡμαίνομαι:''' Μέσ. ([[λῦμα]]), [[ξεπλένω]] τη βρωμιά από πάνω μου, καθαρίζομαι με το [[πλύσιμο]], το [[λούσιμο]], σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''ἀπολῡμαίνομαι:''' Μέσ. ([[λῦμα]]), [[ξεπλένω]] τη βρωμιά από πάνω μου, καθαρίζομαι με το [[πλύσιμο]], το [[λούσιμο]], σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀπολῡμαίνομαι:''' культ. совершать омовение, очищаться Hom. | |||
}} | }} |