3,277,226
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀρτίδροπος:''' -ον ([[ἄρτιος]], [[δρέπω]]), αυτός που κόπηκε, που συλλέχθηκε [[πριν]] λίγο, ο τρυφερής ηλικίας, σε Αισχύλ.· σε άλλους, ἀρτί-τροπος, <i>-ον</i> ([[ἄρτι]], [[τρόπος]]), ακριβώς στην [[ηλικία]], αυτός που βρίσκεται στην [[ηλικία]] γάμου. | |lsmtext='''ἀρτίδροπος:''' -ον ([[ἄρτιος]], [[δρέπω]]), αυτός που κόπηκε, που συλλέχθηκε [[πριν]] λίγο, ο τρυφερής ηλικίας, σε Αισχύλ.· σε άλλους, ἀρτί-τροπος, <i>-ον</i> ([[ἄρτι]], [[τρόπος]]), ακριβώς στην [[ηλικία]], αυτός που βρίσκεται στην [[ηλικία]] γάμου. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀρτίδροπος:''' досл. недавно сорванный, перен. обесчещенный (Aesch. - v. l. [[ἀρτίτροπος]]). | |||
}} | }} |