3,277,700
edits
(7) |
(1b) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α, -ο (Α [[ἀφροδίσιος]], -ον και -ος, -α, -ον) [[Αφροδίτη]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη θεά του έρωτα [[Αφροδίτη]]<br /><b>2.</b> ο [[σχετικός]] με τη σαρκική [[ηδονή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />«αφροδίσια νοσήματα» — λοιμώδεις νόσοι που συνηθέστατα μεταδίδονται με τη γενετήσια [[επαφή]] (βλενόρροια, μαλακό [[έλκος]], [[σύφιλη]])<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ἀφροδίσια</i><br />α) οι σεξουαλικές απολαύσεις ή ηδονές<br />β) [[γιορτή]] [[προς]] [[τιμή]] της Αφροδίτης<br />γ) το γυναικείο [[αιδοίο]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ Ἀφροδίσιον</i><br />[[ναός]] αφιερωμένος στην [[Αφροδίτη]]<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>Αφροδίσιος</i><br />[[ονομασία]] μηνός στην Κύπρο. | |mltxt=-α, -ο (Α [[ἀφροδίσιος]], -ον και -ος, -α, -ον) [[Αφροδίτη]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη θεά του έρωτα [[Αφροδίτη]]<br /><b>2.</b> ο [[σχετικός]] με τη σαρκική [[ηδονή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />«αφροδίσια νοσήματα» — λοιμώδεις νόσοι που συνηθέστατα μεταδίδονται με τη γενετήσια [[επαφή]] (βλενόρροια, μαλακό [[έλκος]], [[σύφιλη]])<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ ἀφροδίσια</i><br />α) οι σεξουαλικές απολαύσεις ή ηδονές<br />β) [[γιορτή]] [[προς]] [[τιμή]] της Αφροδίτης<br />γ) το γυναικείο [[αιδοίο]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ Ἀφροδίσιον</i><br />[[ναός]] αφιερωμένος στην [[Αφροδίτη]]<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>Αφροδίσιος</i><br />[[ονομασία]] μηνός στην Κύπρο. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀφροδίσιος:''' (ῑ) любовный (ἔρωτες Pind.; [[ἄθυρμα]] Anacr.; [[ἡδονή]] Plat.; αὖραι Luc.). | |||
}} | }} |