Anonymous

ἀχάρνας: Difference between revisions

From LSJ
1b
(7)
(1b)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀχάρνας]], -ου και ἄχαρνος, -ου και [[ἀχαρνώς]], -ώ (Α)<br />[[ονομασία]] ψαριού, ο [[ροφός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. λόγω του συμπλέγματος -<i>ρν</i>- το οποίο [[είναι]] προελληνικό [[επίθημα]] και απαντά σε λέξεις που [[είναι]] [[συνήθως]] δάνεια (<b>[[πρβλ]].</b> [[σμύρνα]], [[κόθορνος]], [[κέρνος]] <b>κ.ά.</b>)].
|mltxt=[[ἀχάρνας]], -ου και ἄχαρνος, -ου και [[ἀχαρνώς]], -ώ (Α)<br />[[ονομασία]] ψαριού, ο [[ροφός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. λόγω του συμπλέγματος -<i>ρν</i>- το οποίο [[είναι]] προελληνικό [[επίθημα]] και απαντά σε λέξεις που [[είναι]] [[συνήθως]] δάνεια (<b>[[πρβλ]].</b> [[σμύρνα]], [[κόθορνος]], [[κέρνος]] <b>κ.ά.</b>)].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀχάρνας:''' ου ὁ предполож. рыба анаррих (Anarrhichas [[lupus]] или [[rufus]]) Arst.
}}
}}