Anonymous

αὐχμώδης: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αὐχμώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), αυτός που δείχνει [[ξηρός]], [[τραχύς]], [[κόμη]], σε Ευρ.· <i>τὸ αὐχμῶδες</i>, [[ξηρασία]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''αὐχμώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), αυτός που δείχνει [[ξηρός]], [[τραχύς]], [[κόμη]], σε Ευρ.· <i>τὸ αὐχμῶδες</i>, [[ξηρασία]], σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''αὐχμώδης:''' Eur., Arst., Plut. = [[αὐχμηρός]] 1 и 2.
}}
}}