Anonymous

γαληνιάω: Difference between revisions

From LSJ
1b
(3)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γᾰληνιάω:''' είμαι [[ήρεμος]], [[γαλήνιος]]· Επικ. μτχ. <i>γαληνιόωσα</i>, σε Ανθ.
|lsmtext='''γᾰληνιάω:''' είμαι [[ήρεμος]], [[γαλήνιος]]· Επικ. μτχ. <i>γαληνιόωσα</i>, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''γᾰληνιάω:''' быть спокойным, безмятежным (βιότοιο ἐνὶ πόντῳ Anth.).
}}
}}