3,277,301
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''διάδρομος:''' -ον ([[διαδραμεῖν]]), αυτός που τρέχει μέσα από ή [[ολόγυρα]], διασταυρούμενος, περιπλανώμενος, σε Αισχύλ.· [[λέχος]] δ., παραστρατημένη, παράνομη [[αγάπη]], σε Ευρ. | |lsmtext='''διάδρομος:''' -ον ([[διαδραμεῖν]]), αυτός που τρέχει μέσα από ή [[ολόγυρα]], διασταυρούμενος, περιπλανώμενος, σε Αισχύλ.· [[λέχος]] δ., παραστρατημένη, παράνομη [[αγάπη]], σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''διάδρομος:''' <b class="num">1)</b> бегающий взад и вперед, т. е. беспорядочный (φυγαί Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> шатающийся во все стороны, неустойчивый (λάϊνα κίοσιν ἔμβολα Eur.);<br /><b class="num">3)</b> непостоянный, непрочный ([[λέχος]] Eur.).<br /><b class="num">I</b> ὁ Luc. = [[διαδρομή]] 4. | |||
}} | }} |