Anonymous

διανάστασις: Difference between revisions

From LSJ
1b
(9)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[διανάστασις]] (-εως), η (Α) [[ανάστασις]]<br /><b>1.</b> το να σηκωθεί [[κάποιος]] από τη [[θέση]] του και να αποχωρήσει<br /><b>2.</b> [[αναστάτωση]]<br /><b>3.</b> <b>πληθ.</b> μεταστάσεις, μεταβολές.
|mltxt=[[διανάστασις]] (-εως), η (Α) [[ανάστασις]]<br /><b>1.</b> το να σηκωθεί [[κάποιος]] από τη [[θέση]] του και να αποχωρήσει<br /><b>2.</b> [[αναστάτωση]]<br /><b>3.</b> <b>πληθ.</b> μεταστάσεις, μεταβολές.
}}
{{elru
|elrutext='''διανάστᾰσις:''' εως ἡ вставание, подъем (τῶν ἐγκαθημένων Polyb.).
}}
}}