Anonymous

ἔκδετος: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔκδετος:''' -ον ([[ἐκδέω]]), αυτός που έχει δεθεί πάνω σε [[κάτι]], σε Ανθ.
|lsmtext='''ἔκδετος:''' -ον ([[ἐκδέω]]), αυτός που έχει δεθεί πάνω σε [[κάτι]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔκδετος:''' привязанный (ἐξ ἵππων Anth.).
}}
}}